από neo » Τετ Ιαν 12, 2011 5:26 pm
Μια παλιά καλή ταινία είναι το
Fahrenheit 451 του Francois Truffaut . Αν και κλασσική, δεν την είχα δει μέχρι χθες και μου άρεσε πολύ.
Αν κάτι διακρίνει τον Francois Truffaut από τους άλλους δύο πρωτεργάτες του Γαλλικού Νέου Κύματος, τον Godard και τον Chabrol, αυτό είναι η ποικιλία των έργων του. Καλύπτοντας μία εντυπωσιακά ευρεία γκάμα, από τις χαρακτηριστικές δραματικές ιστορίες του γαλλικού σινεμά της εποχής μέχρι το film noir και τις ταινίες εποχής, ο Truffaut υποστήριξε περισσότερο από κάθε άλλο σύγχρονό του, πως το σινεμά είναι κάτι παραπάνω από προσωπική υπόθεση. Το πάθος του για το μέσο, τον οδήγησε σε πειραματισμούς, μιμήσεις και φόρους τιμής, συνθέτοντας μία φιλμογραφία καταπληκτικά ετερογενή και ενδιαφέρουσα. Το Fahrenheit 451 αποτελεί ένα από τα πιο εμπνευσμένα σχέδια του Truffaut και ίσως μία από τις συναρπαστικότερες δουλειές του.
Στους 451 βαθμούς της κλίμακας Fahrenheit το χαρτί αρχίζει να καίγεται. Ο τίτλος από μόνος του καλωσορίζει τον θεατή στον αλλόκοτο κόσμο της ταινίας. Το ζενερίκ κάνει την ίδια ακριβώς δουλειά. Στην θέση των τίτλων, που ποτέ δεν πέφτουν, ακούμε τον εκφωνητή να απαριθμεί τους συντελεστές, τους ηθοποιούς, τον σκηνοθέτη. Η φωνή καλύπτει τα εναλλασόμενα, χρωματιστά πλάνα. Στις σκεπές των σπιτιών υπάρχει και από μία κεραία. Κάθε λήψη έχει και ένα διαφορετικό, έντονο χρώμα. Αυτό το εύρημα σχετίζεται, αν μη τι άλλο, με το γεγονός ότι το Fahrenheit 451 αποτελεί την πρώτη έγχρωμη ταινία του Truffaut, ο οποίος αφήνει τον εαυτό του να περιπλανηθεί στη αμφίσημη μαγεία του Technicolor. Η απουσία γραπτών τίτλων, όμως, δεν είναι παρά μία απόλυτη αναγκαιότητα.
Στον κόσμο της ταινίας κάθε γραπτό κείμενο απαγορεύεται δια νόμου. Η επικοινωνία γίνεται με τη χρήση αριθμών, ενώ τεράστιες οθόνες στα δωμάτια των σπιτιών, βομβαρδίζουν τους πολίτες με τις αφηγήσεις και τις εικόνες τις επικαιρότητας. Οι εφημερίδες είναι συνήθως δισέλιδες και περιλαμβάνουν πολύχρωμες ζωγραφιές, ενώ τα βιβλία αποτελούν πλέον έναν σκοτεινό μύθο του παρελθόντος. Ορισμένοι πολίτες ωστόσο μπαίνουν στον πειρασμό να μυηθούν στην απαγορευμένη πράξη της ανάγνωσης. Οι αρχές έχουν προνοήσει. Ένα ειδικό σώμα πυροσβεστών ανταποκρίνεται άμεσα στις καταγγελίες και σπεύδει να περισυλλέξει όλα τα κρυμμένα βιβλία. Και, φυσικά, να τα κάψει. Σε αυτό το επίλεκτο σώμα ανήκει ο ήρωας της ταινίας. Με ευσυνειδησία προτίθεται να απαλλάξει τον κόσμο από την «δυστυχία» που προξενούν τα βιβλία. Μέχρι που μία μυστηριώδης γειτόνισσα θα βρεθεί στη λίστα των υπόπτων. Η περιέργεια θα σπρώξει τον ήρωα έξω από τα όρια της κοινωνίας του, στην πλευρά των παρανόμων.
Στην πρώτη του αγγλόφωνη ταινία (και τελευταία, μιας και το αποτέλεσμα δεν τον ικανοποίησε καθόλου) ο Truffaut επιστρατεύει τον πρωταγωνιστή του «Jules et Jim», Oscar Werner, και την διάσημη ήδη Julie Andrews. Σε διπλό ρόλό -της ψυχρής συζύγου και της γοητευτικής καταζητούμενης- η Andrews καταφέρνει να αποδώσει την αδιαπραγμάτευτη αποδοχή μίας παράλογης πραγματικότητας από τη μία και την αγωνιώδη απόδραση από την άλλη. Με σκηνικά που συστήνονται ως φουτουριστικά -στην ουσία όμως πρόκειται για τα sixties με κυλιόμενες πόρτες και υπέργεια μέσα μεταφοράς- ο απειλητικός κόσμος του μέλλοντος πείθει περισσότερο για τον παραλογισμό του και λιγότερο για την οπτική του αναπαράσταση. Ο Truffaut απολαμβάνει τα συνεχή παιχνίδια με την ιδέα της γνώσης ως θεμελιώδες στοιχείο της ανθρώπινης ελευθερίας, αρνείται ωστόσο κατηγορηματικά κάθε επικαλούμενο ιστορικό υπαινιγμό (κάτι που είχε απασχολήσει τους κριτικούς και στην περίπτωση παρόμοιων σκηνών καύσης βιβλίων στο «Jules et Jim»). Το αποτέλεσμα δεν στερείται αναφορών στο έργο προγενέστερων σκηνοθετών, όπως o Franz Capra και, φυσικά, ο Alfred Hitchcock, αλλά και αυτοβιογραφικών στοιχείων: από την σκηνή της μεγάλης καύσης παρελαύνουν όλοι οι αγαπημένοι κλασσικοί του Truffaut, όπως επίσης και ένα τεύχος του Cahiers du Cinema.
Στο επίκεντρο, ωστόσο, πέραν των κινηματογραφικών αναφορών και εμπνεύσεων, βρίσκεται η αναγκαιότητα των ιδεών και της ελεύθερης διακίνησής τους. ΓιΑ αυτό και στο δυσοίωνο μέλλον του Truffaut, η απειλή δεν έρχεται από το διάστημα, αλλά από την ίδια την ανθρώπινη άγνοια. Σε μία από τις τελευταίες σκηνές, ο ήρωας συναντά τους εξόριστους «ανθρώπους-βιβλία». Hommes-livres, στα γαλλικά, ή homes-libres, δηλαδή, ελεύθεροι άνθρωποι. Ένας από αυτούς, εξηγεί πως «πίσω από κάθε βιβλίο υπάρχει και ένας άνθρωπος». Αυτούς τους ανθρώπους αναζητά ο Truffaut ανάμεσα στους θεατές του.
Μια παλιά καλή ταινία είναι το [b]Fahrenheit 451[/b] του Francois Truffaut . Αν και κλασσική, δεν την είχα δει μέχρι χθες και μου άρεσε πολύ.
[quote]Αν κάτι διακρίνει τον Francois Truffaut από τους άλλους δύο πρωτεργάτες του Γαλλικού Νέου Κύματος, τον Godard και τον Chabrol, αυτό είναι η ποικιλία των έργων του. Καλύπτοντας μία εντυπωσιακά ευρεία γκάμα, από τις χαρακτηριστικές δραματικές ιστορίες του γαλλικού σινεμά της εποχής μέχρι το film noir και τις ταινίες εποχής, ο Truffaut υποστήριξε περισσότερο από κάθε άλλο σύγχρονό του, πως το σινεμά είναι κάτι παραπάνω από προσωπική υπόθεση. Το πάθος του για το μέσο, τον οδήγησε σε πειραματισμούς, μιμήσεις και φόρους τιμής, συνθέτοντας μία φιλμογραφία καταπληκτικά ετερογενή και ενδιαφέρουσα. Το Fahrenheit 451 αποτελεί ένα από τα πιο εμπνευσμένα σχέδια του Truffaut και ίσως μία από τις συναρπαστικότερες δουλειές του.
Στους 451 βαθμούς της κλίμακας Fahrenheit το χαρτί αρχίζει να καίγεται. Ο τίτλος από μόνος του καλωσορίζει τον θεατή στον αλλόκοτο κόσμο της ταινίας. Το ζενερίκ κάνει την ίδια ακριβώς δουλειά. Στην θέση των τίτλων, που ποτέ δεν πέφτουν, ακούμε τον εκφωνητή να απαριθμεί τους συντελεστές, τους ηθοποιούς, τον σκηνοθέτη. Η φωνή καλύπτει τα εναλλασόμενα, χρωματιστά πλάνα. Στις σκεπές των σπιτιών υπάρχει και από μία κεραία. Κάθε λήψη έχει και ένα διαφορετικό, έντονο χρώμα. Αυτό το εύρημα σχετίζεται, αν μη τι άλλο, με το γεγονός ότι το Fahrenheit 451 αποτελεί την πρώτη έγχρωμη ταινία του Truffaut, ο οποίος αφήνει τον εαυτό του να περιπλανηθεί στη αμφίσημη μαγεία του Technicolor. Η απουσία γραπτών τίτλων, όμως, δεν είναι παρά μία απόλυτη αναγκαιότητα.
Στον κόσμο της ταινίας κάθε γραπτό κείμενο απαγορεύεται δια νόμου. Η επικοινωνία γίνεται με τη χρήση αριθμών, ενώ τεράστιες οθόνες στα δωμάτια των σπιτιών, βομβαρδίζουν τους πολίτες με τις αφηγήσεις και τις εικόνες τις επικαιρότητας. Οι εφημερίδες είναι συνήθως δισέλιδες και περιλαμβάνουν πολύχρωμες ζωγραφιές, ενώ τα βιβλία αποτελούν πλέον έναν σκοτεινό μύθο του παρελθόντος. Ορισμένοι πολίτες ωστόσο μπαίνουν στον πειρασμό να μυηθούν στην απαγορευμένη πράξη της ανάγνωσης. Οι αρχές έχουν προνοήσει. Ένα ειδικό σώμα πυροσβεστών ανταποκρίνεται άμεσα στις καταγγελίες και σπεύδει να περισυλλέξει όλα τα κρυμμένα βιβλία. Και, φυσικά, να τα κάψει. Σε αυτό το επίλεκτο σώμα ανήκει ο ήρωας της ταινίας. Με ευσυνειδησία προτίθεται να απαλλάξει τον κόσμο από την «δυστυχία» που προξενούν τα βιβλία. Μέχρι που μία μυστηριώδης γειτόνισσα θα βρεθεί στη λίστα των υπόπτων. Η περιέργεια θα σπρώξει τον ήρωα έξω από τα όρια της κοινωνίας του, στην πλευρά των παρανόμων.
Στην πρώτη του αγγλόφωνη ταινία (και τελευταία, μιας και το αποτέλεσμα δεν τον ικανοποίησε καθόλου) ο Truffaut επιστρατεύει τον πρωταγωνιστή του «Jules et Jim», Oscar Werner, και την διάσημη ήδη Julie Andrews. Σε διπλό ρόλό -της ψυχρής συζύγου και της γοητευτικής καταζητούμενης- η Andrews καταφέρνει να αποδώσει την αδιαπραγμάτευτη αποδοχή μίας παράλογης πραγματικότητας από τη μία και την αγωνιώδη απόδραση από την άλλη. Με σκηνικά που συστήνονται ως φουτουριστικά -στην ουσία όμως πρόκειται για τα sixties με κυλιόμενες πόρτες και υπέργεια μέσα μεταφοράς- ο απειλητικός κόσμος του μέλλοντος πείθει περισσότερο για τον παραλογισμό του και λιγότερο για την οπτική του αναπαράσταση. Ο Truffaut απολαμβάνει τα συνεχή παιχνίδια με την ιδέα της γνώσης ως θεμελιώδες στοιχείο της ανθρώπινης ελευθερίας, αρνείται ωστόσο κατηγορηματικά κάθε επικαλούμενο ιστορικό υπαινιγμό (κάτι που είχε απασχολήσει τους κριτικούς και στην περίπτωση παρόμοιων σκηνών καύσης βιβλίων στο «Jules et Jim»). Το αποτέλεσμα δεν στερείται αναφορών στο έργο προγενέστερων σκηνοθετών, όπως o Franz Capra και, φυσικά, ο Alfred Hitchcock, αλλά και αυτοβιογραφικών στοιχείων: από την σκηνή της μεγάλης καύσης παρελαύνουν όλοι οι αγαπημένοι κλασσικοί του Truffaut, όπως επίσης και ένα τεύχος του Cahiers du Cinema.
Στο επίκεντρο, ωστόσο, πέραν των κινηματογραφικών αναφορών και εμπνεύσεων, βρίσκεται η αναγκαιότητα των ιδεών και της ελεύθερης διακίνησής τους. ΓιΑ αυτό και στο δυσοίωνο μέλλον του Truffaut, η απειλή δεν έρχεται από το διάστημα, αλλά από την ίδια την ανθρώπινη άγνοια. Σε μία από τις τελευταίες σκηνές, ο ήρωας συναντά τους εξόριστους «ανθρώπους-βιβλία». Hommes-livres, στα γαλλικά, ή homes-libres, δηλαδή, ελεύθεροι άνθρωποι. Ένας από αυτούς, εξηγεί πως «πίσω από κάθε βιβλίο υπάρχει και ένας άνθρωπος». Αυτούς τους ανθρώπους αναζητά ο Truffaut ανάμεσα στους θεατές του.[/quote]