Τζων Λοκ
Δημοσιεύτηκε: 10 Μάιος 2015, 18:17
Ο εμπειρισμός διαμορφώνεται σε συστηματική επιστημολογία από τον Τζων Λοκ. Η κεντρική παραδοχή είναι ότι τα όρια της γνώσης συμπίπτουν με τα όρια της εμπειρίας. Χωρίς την εισροή πληροφοριών από το δίαυλο των αισθητηρίων οργάνων, ο νους θα παρέμενε απολύτως κενός, μια άγραφη δέλτος (tabula rasa). Δεν υπάρχουν έμφυτες ιδέες στο λογικό, όπως ισχυριζόταν η καρτεσιανή επιστημολογία.
Οι αντιλήψεις αυτές θέτουν τέρμα στο πανσοφικό ιδεώδες του ορθολογισμού. Η γνώση μας είναι περιορισμένη, ελλιπής και αποσπασματική. Ωστόσο, ο άνθρωπος είναι προικισμένος με διανοητικές δυνάμεις που όσο ατελείς και αν είναι, παραμένουν ικανές να αντεπεξέλθουν στην καθημερινή ζωή, εξασφαλίζοντας την επιβίωση και την πρόοδό μας.
Η ανθρώπινη διάνοια συλλαμβάνει την αλήθεια προσδεχόμενη τα πρωτογενή δεδομένα που της παρέχει η αισθητηριακή αντίληψη και δουλεύοντας πάνω σ’ αυτά. Ο τρόπος που τα επεξεργάζεται βασίζεται στην «αρχή του συνειρμού», που είναι η κεντρική μεθοδολογική υπόθεση του κλασικού εμπειρισμού. Το λογικό παράγει προτάσεις που περιγράφουν τον κόσμο συνδυάζοντας με κατάλληλους τρόπους τις πληροφορίες που μεταφέρουν οι αισθήσεις.
Τα είδη των ιδεών είναι δύο: Οι απλές και οι σύνθετες ιδέες. Απλές είναι οι ιδέες της αισθητηριακής αντίληψης, που προέρχονται από τον φυσικό κόσμο από τη μια μεριά και από τον εσωτερικό εαυτό μας από την άλλη. Οι απλές ιδέες καταγράφουν τις βασικές ιδιότητες, από τη συνένωση των οποίων σχηματίζονται τα αντικείμενα της καθημερινής ζωής. Είναι π.χ. το λευκό, το γλυκό, το κόκκινο, το βαρύ, το ταχύ, κλπ. Οι σύνθετες ιδέες είναι συνδυασμός απλών ιδεών. Τα πράγματα της καθημερινότητας είναι «σύνθετες ιδέες». Ένα μήλο π.χ. είναι συνδυασμός απλών ιδεών, όπως συγκεκριμένο χρώμα, μέγεθος, βάρος, οσμή, σχήμα, γεύση, κλπ.
Ο Λοκ αναφέρεται αδιαλείπτως σε «ιδέες μέσα στο νου» ως τα αντικείμενα της γνωστικής διαδικασίας. Ιδέα είναι ένα φάσμα ή ένα είδωλο μέσα στη μνήμη μας ενός πράγματος που έχει υποπέσει κάποτε στην αντίληψή μας. Είναι ένα χλωμό απείκασμα των πραγμάτων του φυσικού μας περιβάλλοντος και των ιδιοτήτων τους.
Εφόσον όμως ο νους ασχολείται με αντικείμενα που βρίσκονται εντός του (τις ενυπάρχουσες σε αυτόν ιδέες), πώς θα βεβαιωθούμε ότι η γνώση που κατασκευάζει απ’ αυτά δεν είναι μια φαντασίωση; Για να απαντήσει, ο Λοκ κινητοποιεί εκ νέου το γνωστό σχήμα των πρωτογενών και των δευτερογενών ιδιοτήτων των πραγμάτων. Ενώ όμως ο Ντεκάρτ από τη διάκριση αυτή εξάγει την πλήρη αφερεγγυότητα της εμπειρικής γνώσης, ο Λοκ την χρησιμοποιεί για να στηρίξει τώρα ένα επιχείρημα μετριοπαθούς ή κριτικού ρεαλισμού με βάση την αισθητηριακή αντίληψη. Ο ισχυρισμός είναι κατ’ ουσίαν ότι η εμπειρία διορθώνει την εμπειρία. Τα δεδομένα των αισθήσεων αποτελούν θεμέλιο για την επιστημονική γνώση του εξωτερικού κόσμου, επειδή οι πρωτογενείς ιδιότητες των σωμάτων περιγράφουν την αντικειμενική τους κατασκευή: αντιστοιχούν ή προσομοιάζουν στη δομή ενός φυσικού όντος όπως είναι καθαυτό. Η συστηματική μέτρηση των ποσοτικών χαρακτηριστικών των σωμάτων (μάζα, σχήμα, ταχύτητα κτλ.) επιτρέπει στην επιστήμη να σχηματίσει μια θεωρητική εικόνα του φυσικού συστήματος που είναι η εγγύτερη δυνατή (λογικώς και πρακτικώς) στην αντικειμενική πραγματικότητα. Η εικόνα αυτή δοκιμάζεται διαρκώς κατά την καθημερινή μας επαφή με το φυσικό μας περίγυρο, και επιβεβαιώνεται από τα θετικά αποτελέσματα που αποφέρει. Οι ιδέες των πραγμάτων εντυπώνονται στο νου υποχρεωτικά και παρά τη θέλησή μας (συνοδευόμενες συχνά και από πόνο), από τη στιγμή που εστιάζουμε τα αισθητήριά μας πάνω στον κόσμο και τον παρατηρούμε. Όσο και αν επιθυμούσαμε να μη βλέπουμε κάτι που βλέπουμε, η εικόνα αυτή μας επιβάλλεται και δεν έχουμε τη δύναμη να την εξαλείψουμε από μέσα μας.
Η επιστήμη είναι αυστηρώς περιγραφική και μας διδάσκει πώς λειτουργούν τα πράγματα της εμπειρίας, όχι γιατί είναι αναγκαίο να λειτουργούν με αυτό τον τρόπο και όχι αλλιώς. Ένα υλικό πράγμα το γνωρίζουμε μέσα από τη συναλλαγή μας μαζί του, και η συναλλαγή αυτή διαμεσολαβείται πάντα από την υποκειμενική αίσθηση. Γνωρίζουμε ότι ένα μήλο είναι έτσι κι έτσι από την επαναληπτική του εμφάνιση με αυτή τη μορφή μέσα στη συλλογική μας εμπειρία. Το μήλο, λοιπόν, το γνωρίζουμε ως μια «ονομαστική ουσία», όχι ως μια πραγματικότητα μεταφυσικού τύπου. Η «πραγματική ουσία» των πραγμάτων είναι αυτό το «κάτι τι», λέει ο Λοκ, που κρύβεται πίσω από τις εμφανίσεις του σε μας. Αυτό το κάτι δεν μπορούμε να το γνωρίσουμε. Με τον περιορισμό αυτόν, απορρίπτεται ο στόχος της επιστήμης, όπως τον είχε ορίσει ο Bacon: η διάγνωση δηλαδή των θεμελιωδών «φυσικών μορφών» στο έσχατο βάθος τους. Η επιστήμη εμφανίζεται ως ατελής δραστηριότητα και περιορισμένη από τις ίδιες τις εγγενείς αδυναμίες του ανθρώπινου νου. Η γνώση που παράγει είναι ενδεχομενική και πιθανολογική, ενώ της λείπει η βεβαιότητα που χαρακτηρίζει τις λογικο-μαθηματικές αλήθειες.
Οι αντιλήψεις αυτές θέτουν τέρμα στο πανσοφικό ιδεώδες του ορθολογισμού. Η γνώση μας είναι περιορισμένη, ελλιπής και αποσπασματική. Ωστόσο, ο άνθρωπος είναι προικισμένος με διανοητικές δυνάμεις που όσο ατελείς και αν είναι, παραμένουν ικανές να αντεπεξέλθουν στην καθημερινή ζωή, εξασφαλίζοντας την επιβίωση και την πρόοδό μας.
Η ανθρώπινη διάνοια συλλαμβάνει την αλήθεια προσδεχόμενη τα πρωτογενή δεδομένα που της παρέχει η αισθητηριακή αντίληψη και δουλεύοντας πάνω σ’ αυτά. Ο τρόπος που τα επεξεργάζεται βασίζεται στην «αρχή του συνειρμού», που είναι η κεντρική μεθοδολογική υπόθεση του κλασικού εμπειρισμού. Το λογικό παράγει προτάσεις που περιγράφουν τον κόσμο συνδυάζοντας με κατάλληλους τρόπους τις πληροφορίες που μεταφέρουν οι αισθήσεις.
Τα είδη των ιδεών είναι δύο: Οι απλές και οι σύνθετες ιδέες. Απλές είναι οι ιδέες της αισθητηριακής αντίληψης, που προέρχονται από τον φυσικό κόσμο από τη μια μεριά και από τον εσωτερικό εαυτό μας από την άλλη. Οι απλές ιδέες καταγράφουν τις βασικές ιδιότητες, από τη συνένωση των οποίων σχηματίζονται τα αντικείμενα της καθημερινής ζωής. Είναι π.χ. το λευκό, το γλυκό, το κόκκινο, το βαρύ, το ταχύ, κλπ. Οι σύνθετες ιδέες είναι συνδυασμός απλών ιδεών. Τα πράγματα της καθημερινότητας είναι «σύνθετες ιδέες». Ένα μήλο π.χ. είναι συνδυασμός απλών ιδεών, όπως συγκεκριμένο χρώμα, μέγεθος, βάρος, οσμή, σχήμα, γεύση, κλπ.
Ο Λοκ αναφέρεται αδιαλείπτως σε «ιδέες μέσα στο νου» ως τα αντικείμενα της γνωστικής διαδικασίας. Ιδέα είναι ένα φάσμα ή ένα είδωλο μέσα στη μνήμη μας ενός πράγματος που έχει υποπέσει κάποτε στην αντίληψή μας. Είναι ένα χλωμό απείκασμα των πραγμάτων του φυσικού μας περιβάλλοντος και των ιδιοτήτων τους.
Εφόσον όμως ο νους ασχολείται με αντικείμενα που βρίσκονται εντός του (τις ενυπάρχουσες σε αυτόν ιδέες), πώς θα βεβαιωθούμε ότι η γνώση που κατασκευάζει απ’ αυτά δεν είναι μια φαντασίωση; Για να απαντήσει, ο Λοκ κινητοποιεί εκ νέου το γνωστό σχήμα των πρωτογενών και των δευτερογενών ιδιοτήτων των πραγμάτων. Ενώ όμως ο Ντεκάρτ από τη διάκριση αυτή εξάγει την πλήρη αφερεγγυότητα της εμπειρικής γνώσης, ο Λοκ την χρησιμοποιεί για να στηρίξει τώρα ένα επιχείρημα μετριοπαθούς ή κριτικού ρεαλισμού με βάση την αισθητηριακή αντίληψη. Ο ισχυρισμός είναι κατ’ ουσίαν ότι η εμπειρία διορθώνει την εμπειρία. Τα δεδομένα των αισθήσεων αποτελούν θεμέλιο για την επιστημονική γνώση του εξωτερικού κόσμου, επειδή οι πρωτογενείς ιδιότητες των σωμάτων περιγράφουν την αντικειμενική τους κατασκευή: αντιστοιχούν ή προσομοιάζουν στη δομή ενός φυσικού όντος όπως είναι καθαυτό. Η συστηματική μέτρηση των ποσοτικών χαρακτηριστικών των σωμάτων (μάζα, σχήμα, ταχύτητα κτλ.) επιτρέπει στην επιστήμη να σχηματίσει μια θεωρητική εικόνα του φυσικού συστήματος που είναι η εγγύτερη δυνατή (λογικώς και πρακτικώς) στην αντικειμενική πραγματικότητα. Η εικόνα αυτή δοκιμάζεται διαρκώς κατά την καθημερινή μας επαφή με το φυσικό μας περίγυρο, και επιβεβαιώνεται από τα θετικά αποτελέσματα που αποφέρει. Οι ιδέες των πραγμάτων εντυπώνονται στο νου υποχρεωτικά και παρά τη θέλησή μας (συνοδευόμενες συχνά και από πόνο), από τη στιγμή που εστιάζουμε τα αισθητήριά μας πάνω στον κόσμο και τον παρατηρούμε. Όσο και αν επιθυμούσαμε να μη βλέπουμε κάτι που βλέπουμε, η εικόνα αυτή μας επιβάλλεται και δεν έχουμε τη δύναμη να την εξαλείψουμε από μέσα μας.
Η επιστήμη είναι αυστηρώς περιγραφική και μας διδάσκει πώς λειτουργούν τα πράγματα της εμπειρίας, όχι γιατί είναι αναγκαίο να λειτουργούν με αυτό τον τρόπο και όχι αλλιώς. Ένα υλικό πράγμα το γνωρίζουμε μέσα από τη συναλλαγή μας μαζί του, και η συναλλαγή αυτή διαμεσολαβείται πάντα από την υποκειμενική αίσθηση. Γνωρίζουμε ότι ένα μήλο είναι έτσι κι έτσι από την επαναληπτική του εμφάνιση με αυτή τη μορφή μέσα στη συλλογική μας εμπειρία. Το μήλο, λοιπόν, το γνωρίζουμε ως μια «ονομαστική ουσία», όχι ως μια πραγματικότητα μεταφυσικού τύπου. Η «πραγματική ουσία» των πραγμάτων είναι αυτό το «κάτι τι», λέει ο Λοκ, που κρύβεται πίσω από τις εμφανίσεις του σε μας. Αυτό το κάτι δεν μπορούμε να το γνωρίσουμε. Με τον περιορισμό αυτόν, απορρίπτεται ο στόχος της επιστήμης, όπως τον είχε ορίσει ο Bacon: η διάγνωση δηλαδή των θεμελιωδών «φυσικών μορφών» στο έσχατο βάθος τους. Η επιστήμη εμφανίζεται ως ατελής δραστηριότητα και περιορισμένη από τις ίδιες τις εγγενείς αδυναμίες του ανθρώπινου νου. Η γνώση που παράγει είναι ενδεχομενική και πιθανολογική, ενώ της λείπει η βεβαιότητα που χαρακτηρίζει τις λογικο-μαθηματικές αλήθειες.