Θετική εξέλιξη για τα δημόσια έσοδα, βαρύ πλήγμα για την πολυφωνία

5 1 1 1 1 1 Βαθμολογία 5.00 (21 Ψήφοι)

Θετική εξέλιξη για τα δημόσια έσοδα, βαρύ πλήγμα για την πολυφωνία

Η αδειοδότηση των καναλιών σημαντικό πρώτο βήμα για να μπει μια τάξη στο ομιχλώδες τηλεοπτικό τοπίο, αλλά με μεγάλη χαμένη την πολυφωνία και ως εκ τούτου την ενημέρωση. 

Μόνο ως θετικό μπορεί να χαρακτηριστεί το γεγονός ότι μετά από όλες αυτές τις δεκαετίες ελληνικής τηλεόρασης, κατά τις οποίες εξέπεμπε στο τσάμπα και η κουτσή Μαρία (πανελλαδικά, μάλιστα!), βρέθηκε επιτέλους μια έρμη κυβέρνηση η οποία είχε τη βούληση να βάλει μια υποτυπώδη τάξη στο τηλεοπτικό τοπίο και υποχρέωσε για πρώτη φορά τέσσερις έστω ανθρώπους, μαζί με τον Σαββίδη (Θεού θέλοντος και... τσέπης επιτρέποντος), να πληρώσουν περίπου 250 εκατομμύρια ευρώ για τηλεοπτικές άδειες.

Σε οποιαδήποτε χώρα του πλανήτη βέβαια αυτή η εξέλιξη δεν θα αποτελούσε ούτε καν είδηση, αλλά κάτι απολύτως αυτονόητο. Από τη στιγμή που μιλάμε για επιχειρήσεις με τεράστια διαφημιστικά έσοδα, το πιο λογικό πράγμα του κόσμου θα ήταν το κράτος να είχε βάλει χρόνια τώρα στα ταμεία του ένα ελάχιστο έστω ποσό για τις δημόσιες συχνότητες που παραχωρούσε. Στη δική μας όμως χώρα, που τίποτα δεν είναι αυτονόητο, αυτό το πολύ φυσιολογικό πράγμα δεν αποτελεί απλά είδηση, αλλά μοιάζει με κάποιου είδους κοσμοϊστορικό γεγονός που θα πρέπει κάθε χρόνο να γιορτάζουμε μαζί με τις εθνικές επετείους.

Ο χρόνος που αφιερώθηκε στα κανάλια και τους ραδιοφωνικούς σταθμούς ήταν πάρα πολύς, το μελάνι που «χύθηκε» στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο ήταν άφθονο και ο θόρυβος γενικότερα που προκλήθηκε στο σύνολο των ΜΜΕ όσον αφορά τη διαδικασία ήταν τόσο μεγάλος που πραγματικά θαρρείς ότι σε τούτη εδώ τη χώρα δεν έχουμε με τίποτε άλλο σοβαρότερο να ασχοληθούμε. Μέσα στα πολλά άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, η κοινή γνώμη απασχολήθηκε τόσο πολύ με ένα θέμα που έλαβε υπερβολικά μεγάλες διαστάσεις, γιγάντιες, θα έλεγα, ενώ θα έπρεπε να αποτελεί απλά μια μικρή-μικρή και τυπική δημοσίευση των 50 λέξεων κάπου στο εσωτερικό των εφημερίδων και πάντως όχι στο πρωτοσέλιδο.

Εν τω μεταξύ, είναι πραγματικά ν’ απορείς για το γεγονός ότι την περίοδο των «παχέων αγελάδων», με τις υπερπαραγωγές και τις τεράστιες αμοιβές ηθοποιών, παρουσιαστών και λοιπών παρατρεχάμενων, ουδείς είχε κληθεί να βάλει το χέρι στην τσέπη, αλλά αυτό έγινε τώρα. Μιλάμε για μεγαλειώδεις εποχές της ελληνικής τηλεόρασης, τότε που ήταν στα πολύ πάνω της και τα φράγκα μοιράζονταν απλόχερα στους τηλεοπτικούς αστέρες. Τότε όμως δεν υπήρξε από κανέναν η βούληση. Θα μου πείτε, βέβαια, ότι δεν υπήρχε και η κρίση, άρα και η αυξημένη ανάγκη για έσοδα, ενώ, πολύ περισσότερο, δεν υπήρχαν και οι μνημονιακές υποχρεώσεις (που το πάτε αυτό;). Καθοριστικοί παράγοντες σίγουρα, που δεν μπορούν όμως να αποτελούν δικαιολογία. Διότι όταν, φίλοι μου, ο φορολογούμενος πολίτης τα σκάει στο κράτος μέχρι το τελευταίο ευρώ, χωρίς να επιδεικνύεται καμία ανοχή προς εκείνον, τότε δεν υπάρχουν δικαιολογίες για κανέναν. 

Εγώ επιμένω, ωστόσο, ότι μου κάνει πολύ μεγάλη εντύπωση πως αυτές οι εξελίξεις και επενδύσεις που λαμβάνουν χώρα στο τηλεοπτικό τοπίο πραγματοποιούνται σε μια εποχή κατά την οποία η μικρή οθόνη έχει λάβει ουσιαστικά φθίνουσα πορεία και αρχίζει να βρίσκεται κάθε μέρα και περισσότερο υπό τη σκιά του διαδικτύου. Όχι άδικα φυσικά αφού το διαδίκτυο μπορεί πλέον να προσφέρει στους χρήστες όσα η τηλεόραση κι ακόμα παραπάνω, με περισσότερη σίγουρα ποικιλία, συν το πλεονέκτημα της μεγαλύτερης ελευθερίας επιλογής. Ήδη στην Ελλάδα οι νέοι στην πλειοψηφία τους έχουν αντικαταστήσει την τηλεόραση με τον υπολογιστή και ενημερώνονται ή ψυχαγωγούνται μέσω ίντερνετ, ενώ την ίδια στιγμή το ποσοστό χρηστών μεγαλύτερης ηλικίας αυξάνεται ταχέως και με σταθερό ρυθμό.

Τα λέω αυτά διότι, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη φθίνουσα πορεία της τηλεόρασης, ήμουν από εκείνους που πραγματικά δεν περίμεναν σε καμία περίπτωση ότι αυτοί που δεν είχαν πληρώσει ούτε ένα ευρώ τις «χρυσές» εποχές, θα πλήρωναν στις εποχές της παρακμής. Όπως αποδείχθηκε, έκανα λάθος εγώ και πολύ περισσότερο οι προηγούμενες κυβερνήσεις που δεν απαίτησαν ποτέ τη νομιμότητα. Διότι αφού τέσσερις άνθρωποι ήταν διατεθειμένοι να καταβάλλουν σήμερα τόσα πολλά χρήματα για τις άδειες, χθες θα έδιναν ακόμα πιο πολλά και πιθανόν οι υποψήφιοι θα ήταν ακόμα περισσότεροι. Ως εκ τούτου, τα έσοδα για το δημόσιο θα ήταν πολλαπλάσια γιατί και τα διαφημιστικά έσοδα ήταν τότε επίσης πολλαπλάσια. Οι ευθύνες, λοιπόν, είναι μεγάλες.

Αλλά, δυστυχώς, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι τα προηγούμενα χρόνια οι κυβερνήσεις αρέσκονταν πολύ περισσότερο να μοιράζουν ρευστό μέσω κρατικής διαφήμισης στους καναλάρχες και τα ΜΜΕ, παρά να εισπράττουν τα νόμιμα. Άλλωστε, η σχέση εξουσίας-μέσων ενημέρωσης ήταν ανέκαθεν ιδιαίτερη και σε στενή επαφή, για να το πω όσο πιο κομψά μπορώ. Μήπως, λοιπόν, πάει κάτι να αλλάξει; Δύσκολα, κατά την ταπεινή μου άποψη. Έτσι όπως είναι διαμορφωμένο το τοπίο -και ειδικά όσον αφορά την ενημέρωση- είμαστε πολύ μακριά από μια τέτοια εξέλιξη.

Ωστόσο, στην παρούσα φάση έγινε ένα βήμα προς την σωστή κατεύθυνση, που έπρεπε να είχε γίνει προ πολλού. Δεν είναι τίποτα κοσμογονικό, αλλά αξίζει να το επισημάνουμε. Εξάλλου, όπως προείπα, ζούμε στη χώρα που δεν υπάρχουν αυτονόητα. Ας το σημειώσουμε, λοιπόν, στα θετικά και ας προχωρήσουμε μπροστά.

Πέρα από όλα τα παραπάνω, που προσεγγίζω από εισπρακτικής πάντα πλευράς, ένα άλλο ζήτημα που τίθεται -και με βρίσκει ξεκάθαρα αντίθετο αυτή τη φορά- είναι η αυθαίρετη απόφαση να δημοπρατηθούν τέσσερις μόλις άδειες. Γιατί όμως τέσσερις και όχι οκτώ ή δεκαέξι ή εκατόν δεκαέξι; Αν δημοπρατούνταν περισσότερες άδειες σε χαμηλότερη τιμή, που να απέφεραν τα ίδια έσοδα πάνω-κάτω, δεν θα ήταν καλύτερο για την πολυφωνία; Ρητορικό το ερώτημα. Είναι σαφές ότι οι πολίτες θα είχαν ακόμα περισσότερες επιλογές και μόνο θετικό θα ήταν κάτι τέτοιο.

Προσωπικά, δεν πείσθηκα καθόλου από την αιτιολόγηση της κυβέρνησης ότι «τόσες άδειες σηκώνει η αγορά» (αφήστε δε που κι αυτό είναι εντελώς αυθαίρετο συμπέρασμα) και θεωρώ ότι εκείνο που θα έπρεπε να επιδιωχθεί είναι η δυνατότητα σε περισσότερους «παίκτες» να μπουν στα τηλεοπτικά και όχι ο περιορισμός τους. Οι φωνές θα πρέπει να αυξάνονται και όχι να μειώνονται γιατί με αυτό τον τρόπο κερδίζει η ψυχαγωγία, η ενημέρωση (πάνω απ' όλα) και παράλληλα εξασφαλίζεται η αντικειμενικότητα. Ας ελπίσουμε ότι αυτό το λάθος -αν είναι λάθος- θα διορθωθεί στην πορεία με κάποιον τρόπο διότι είναι ιδιαίτερα κρίσιμο για τα τηλεοπτικά πράγματα. Αυτά προς το παρόν και οψόμεθα...

Χάρης Περτέσης

Ο Χάρης Περτέσης είναι ένας απλός, καθημερινός άνθρωπος με ελαττώματα και εμμονές. Αγαπάει την ελεύθερη έκφραση και απεχθάνεται τη μισαλλοδοξία κάθε είδους, όπως επίσης το ψέμα και την υποκρισία. Η γραφή αποτελούσε για εκείνον πάντοτε, πέρα από «εργαλείο» για να βγάζει το ψωμί του, και ένα μικρό καταφύγιο, μέσα στο οποίο απελευθέρωνε τις σκέψεις και τη δημιουργικότητά του, κάτι που τον βοηθούσε να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του. Σε αυτό το μικρό καταφύγιο σπεύδει μέχρι και σήμερα.

Σχόλια (0)

Δεν υπάρχουν ακόμη σχόλια εδώ

Αφήστε τα σχόλιά σας

  1. Δημοσίευση σχολίου ως επισκέπτης.
Συνημμένα (0 / 3)
Μοιραστείτε την τοποθεσία σας
Πληκτρολογήστε το κείμενο που παρουσιάζεται στην παρακάτω εικόνα. Δεν είναι σαφές;

Please publish modules in offcanvas position.