Κλιματική αλλαγή, εκπαίδευση και πολιτική

H UNESCO ορίζει την εκπαίδευση για την κλιματική αλλαγή ως την εκπαίδευση που βοηθά τους ανθρώπους να κατανοήσουν και να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, δίνοντάς τους τη γνώση, τις δεξιότητες, τις αξίες και τις στάσεις που χρειάζονται για να δράσουν ως παράγοντες αλλαγής.
Υπάρχουν όμως τρεις σημαντικοί παράγοντες που μας βοηθάνε να προσδιορίσουμε τον όρο ‘εκπαίδευση για την κλιματική αλλαγή’ πιο αναλυτικά. Αυτοί οι παράγοντες είναι: επιστήμη, πολιτική και ιδεολογία. Κάθε ένας από αυτούς τους παράγοντες φέρει την δική του σημασία.
Ο ρόλος της επιστήμης είναι ίσως πιο εύκολος για να αντιληφθούμε την συνεισφορά της στον όρο της κλιματικής αλλαγής. Και αυτό γιατί φυσικές επιστήμες κατά κύριο λόγο όπως φυσική, γεωλογία, οικολογία, ωκεανογραφία, μαθηματικά, κτλ. βοηθούν τους επιστήμονες να μελετήσουν το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής. Η επιστήμη δηλαδή βοηθά στο να καταλάβουμε τι είναι το κλίμα, τι είναι η κλιματική αλλαγή, τι αποτύπωμα έχει στον πλανήτη, στον άνθρωπο, στην χλωρίδα/πανίδα, πώς μπορούμε να μετρήσουμε αυτό το αποτύπωμα και πώς τελικά να το αντιμετωπίσουμε. Τέτοιου είδους μετρήσεις είχαν ήδη αρχίσει από τον 20ο αιώνα. Ο Charles David Keeling από το 1958 μετρούσε και παρακολουθούσε συστηματικά το διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα.
Ο ρόλος της πολιτικής είναι ίσως λιγότερο εύκολο να γίνει αντιληπτός όσον αφορά στην κλιματική αλλαγή και στην εκπαίδευση για την κλιματική αλλαγή. Ο Al Gore το 2006 σε μια ομιλία του έθεσε την κοινωνική/πολιτική διάσταση της κλιματικής αλλαγής. Με άλλα λόγια η κλιματική αλλαγή δεν μπορούσε και δεν έπρεπε να είναι μόνο θέμα των φυσικών επιστημών. Μάλιστα πρωτοβουλίες όπως το Πρωτόκολλο του Κυότο (2005), η συμφωνία του Παρισιού (2015), τα COPs (Conference of the Parties) που λαμβάνουν χώρα κάθε χρόνο έβαλαν το θέμα της κλιματικής αλλαγής σε μια τροχιά αντιμετώπισης του στα πλαίσια της βιώσιμης ανάπτυξης και εξαφάνισης της φτώχειας. Η κλιματική αλλαγή λοιπόν είναι ένα φαινόμενο που χρειάζεται διεπιστημονική αντιμετώπιση. Τόσο η φυσική όσο και η ιστορία, τόσο η χημεία όσο και η κοινωνιολογία έχουν ρόλο και λόγο στην κατανόηση του φαινομένου.
Η πολιτική όμως φέρνει στο φως διαφορετικά αφηγήματα για την κλιματική αλλαγή που αντανακλούν και διαφορετικές πολιτικές ιδεολογίες. Έρευνες όπως αυτή του Czarnek, et al. (2020) έδειξαν ότι άνθρωποι που ανήκουν στην αριστερά και είναι μορφωμένοι, είναι και πιο πιθανό να πιστεύουν στην ύπαρξη και απειλή της κλιματικής αλλαγής με υπαίτιο τον ανθρώπινο παράγοντα. Από την άλλη, άνθρωποι που ανήκουν στην δεξιά, επίσης μορφωμένοι είναι λιγότερο πιθανό να πιστεύουν τα παραπάνω. Έτσι, δημιουργείται ένας κλιματικός σκεπτικισμός που φαίνεται να πηγάζει κυρίως από μια συντηρητική ιδεολογία. Αυτό το δίπολο το βλέπουμε σήμερα καθαρά στην Αμερική αλλά και στην Ευρώπη σε μικρότερο βαθμό ευτυχώς.
Έτσι λοιπόν, γίνεται φανερό πως πολιτική και ιδεολογία εμπλέκονται στην κλιματική αλλαγή. Και οι δύο αυτοί παράγοντες είναι σημαντικοί γιατί προσδιορίζουν τα πιστεύω των ανθρώπων, επηρεάζουν τις επιλογές τους, τον τρόπο που σκέφτονται, το τρόπο που ψηφίζουν, κτλ. Για παράδειγμα, στις Ηνωμένες Πολιτείες η έρευνα των Nation and Feldman (2022) έδειξε ότι καθηγητές φυσικών επιστημών, δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης τηρούν στάση ουδετερότητας στην διδασκαλία του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής και δεν θέλουν να φέρουν στις τάξεις τους θέματα που μπορεί να θεωρούνται αντιφατικά. Αντιφατικά θέματα θεωρούνται τα θέματα που καλούν τους μαθητές να παίρνουν θέση και να αναλαμβάνουν δράση μέσα την κοινωνία, για παράδειγμα φτώχεια, ανισότητα, κτλ.
Η αρθρογραφία δείχνει ότι στον τομέα της εκπαίδευσης για την κλιματική αλλαγή υπάρχει και μια διάκριση/διαφορά ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς και αναλυτικά προγράμματα που επικεντρώνουν αυστηρά στο ΄γνωστικό΄ αντικείμενο και σε αυτούς που επεκτείνουν την διδασκαλία τους για να συμπεριλάβουν κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις. Αυτή η ανισόρροπη διάκριση σημαίνει ότι η κλιματική αλλαγή διδάσκεται κατά βάση μέσα από τις φυσικές επιστήμες και λιγότερο μέσα από ανθρωπιστικά μαθήματα.
Επιπλέον, αυτό το δίπολο πολιτική-απολιτική αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, οφείλεται και στο γεγονός ότι δεν υπάρχουν ρητές, σαφείς οδηγίες για το πώς τα σχολικά προγράμματα θα μπορούσαν να ενσωματώσουν την διδασκαλία της κλιματικής αλλαγής ξεπερνώντας το παραπάνω δίπολο. Και πρέπει να το ξεπεράσουμε αυτό το δίπολο γιατί έρευνες έδειξαν ότι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να διδάξουμε για την κλιματική αλλαγή – και όχι μόνο – είναι να προσφέρουμε στους μαθητές πληροφορίες σε πλαίσια που τους είναι οικεία, κατανοητά, προσκαλώντας τους να συμμετέχουν ενεργά με συζητήσεις, διαλόγους, αντιπαραθέσεις και επιχειρηματολογία. Τέτοια θέματα που προσφέρουν οικεία πλαίσια με ενδιαφέρον και είναι σχετικά με τον κόσμο μας και κόσμο τους (των παιδιών δηλαδή) είναι η φτώχεια, η ανισότητα, οι πόλεμοι, η παγκοσμιοποίηση, η βιώσιμη ανάπτυξη, το περιβάλλον, το μεταναστευτικό κτλ. Η κλιματική αλλαγή δεν μπορεί να ‘νοηθεί’ έξω από αυτά. Η κλιματική αλλαγή είναι ‘σύμφυτη΄ με αυτά και η εκπαίδευση πρέπει να τα συμπεριλάβει και όχι να τα περιθωριοποιεί. Μόνο έτσι θα καταστήσουμε τους νέους ανθρώπους ικανούς να αξιολογούν τα δεδομένα, να πολιτικοποιούνται και να γίνονται παράγοντες αλλαγής που θα γνωρίζουν αλλά θα δρουν κιόλας!














