Ο Λιαντίνης για την καύση των νεκρών
- tempo team ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
Γνωρίζοντας τον τρόπο που ο Δημήτρης Λιαντίνης (1942-1998) επέλεξε να «φύγει» από τη ζωή, μπορεί αρκετοί να μην φαντάζονται τις απόψεις του για την καύση των νεκρών. Κι αυτό διότι, παρ’ ότι ο ίδιος επέλεξε την αποσύνθεση για το σώμα του, ήταν εντούτοις υπέρμαχος της αποτέφρωσης. Για του λόγου το αληθές, παραθέτουμε σχετικό άρθρο του, στο οποίο εξυμνεί την καύση των νεκρών -από κυριολεκτικής και συμβολικής σκοπιάς- εν αντιθέσει με την ταφή, την οποία, μεταξύ άλλων, θεωρεί εξευτελιστική για την ανθρώπινη σάρκα.
Εν αρχή ην η ομορφιά. Τούτη την πρόταση, που έχει λόγο Θεογονίας και Γένεσης, ο Ντοστογιέβσκι, καθώς είναι γνωστό, στον Ηλίθιό του την έντυσε μ' ένα χιτώνα αθανασίας: η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο, είπε.
Βέβαια εδώ, στη χώρα του Θανάτου δηλαδή, ο κόσμος δεν σώζεται αλλά χάνεται. Γιατί ο θάνατος είναι το τέλος και η κατάλυση. Ο Θάνατος είναι η επιστροφή «εις το μεγάλο Τίποτε», όπως λέει και κλαίει ο Καβάφης μαζί με «Τα Άλογα του Αχιλλέως».
Κατά ποία έννοια λοιπόν η καύση των νεκρών μπορεί να 'ναι φαινόμενο αισθητικό; Πώς μέσα σ' αυτή την πράξη μπορούμε να δούμε την ομορφιά, την εντιμότητα, την ανδρεία, και τη σοφία της απλής γνώσης; Η απόκριση στο ερώτημα είναι δύσκολη και σκοτεινή. Όσο σκοτεινός είναι και ο ίδιος ο Θάνατος. Ωστόσο η απόκριση είναι και απλή. Όσο απλός και βέβαιος είναι και ο ίδιος ο Θάνατος. Όλοι γνωρίζουμε πως σε κάποια στροφή ο θάνατος μάς έχει το αδυσώπητο στρατοκαρτέρι του στημένο.
Η απόκριση λοιπόν είναι απλή, γιατί η φλόγα είναι όμορφο πράγμα. Πρώτα είναι μια δράση δημιουργική. Και ύστερα είναι μια αντίδραση αγνιστική και καθαρτήρια.
Η φωτιά, λένε οι αστροφυσικοί, γέννησε το σύμπαν. Μέσα στο χάος σε μια έκρηξη πρώτη τινάχτηκε η πρώτη ενέργεια που είχε θερμοκρασία τρισεκατομμυρίων βαθμών Κελσίου. Η ενέργεια αυτή άρχισε να μικραίνει και να ψύχεται. Ταυτόχρονα όμως άρχισε να απλώνεται σχηματίζοντας τους γαλαξίες, τους νεφελοειδείς, τα συστήματα, τους αστέρες, τους πλανήτες, τα ψάρια, τα πετεινά και τα Πρωτεύοντα. Σήμερα η φλόγα εκείνη ξέπεσε στα δεκαοχτώ εκατομμύρια βαθμούς Κελσίου στον πυρήνα του ήλιου μας.
Οι ίδιοι επιστήμονες μάς λένε ότι μέσα από μια ανάλογη κατακαμίνεψη θα περάσουν ένας ένας οι αστέρες καθώς θα καταρρέουν. Προτού ένας αστέρας ξεπέσει στη «μελανή οπή» ή στο «λευκό νάνο», προτού δηλαδή γίνει ένα αστρικό πτώμα, θα διαλυθεί μέσα στο κατάφλογο λιώσιμο μιας τρομερής έκρηξης. Οι υπερκαινοφανείς, καθώς λένε.
Και στις δύο περιπτώσεις, στην κοσμική δημιουργία και στον κοσμικό αφανισμό, από αισθητική άποψη έχουμε μια δήλωση του Υπέροχου. Και το Υπέροχο είναι η ανώτερη κατηγορία του ωραίου, όπως δίδαξε ο Καντ.
Το υπέροχο είναι η άλαλη ομορφιά του κεραυνού, της καταιγίδας, της τρικυμίας, του σεισμού, των ηφαιστείων, του έρωτα και του θανάτου. Καταστάσεις ορίων. Εδώ η ομορφιά σκοτώνει.
Η υπεροχή της φωτιάς απέναντι στο νερό και το χώμα. Η υπεροχή της διάλυσης του σώματος μέσα σ' ένα καταποτήρα αστραπής σε σύγκριση με το σάπισμα και την αποσύνθεση. Η υπεροχή ενός αιθέριου και ταχύτατου ατμισμού της ύλης απέναντι στην αργή δυσοσμία, στην κατακάκωση και στον εξευτελισμό της φτωχής μας σάρκας στις χώρες των σκουληκιών και των μικροβίων, είναι αυταπόδεικτη και ψηλαφητή. Αποστρέφεται κάθε συνηγορία.
Η θέσπιση και στη χώρα μας της προαιρετικής καύσης των νεκρών είναι πολλά άλλα. Κοντά σε τούτα είναι και αίτημα αισθητικό. Και επειδή τη θεωρία την κατακυρώνει το πείραμα μόνο, έχω να δώσω και την πειραματική μου απόδειξη.
Έχουμε δύο Έλληνες καλλιτέχνες πρώτου βαθμού. Είναι γνωστοί στις θάλασσες και στις ηπείρους της Γης περισσότερο και από τα δύο Νόμπελ της ποίησής μας. Είναι η Μαρία Κάλλας και ο Δημήτρης Μητρόπουλος. Και οι δύο ζητήσανε, περνώντας το αγνό καταλυτήριο της φλόγας, να γίνει το σώμα τους τέφρα. Σύμπτωση; Ίσως. Ωστόσο η τελευταία τους θέληση ήταν μια ομολογία θεωρίας και πράξης. Ήταν η μουσική Συμφωνία της ομορφιάς και του θανάτου.